«Η Ανθρωπογεωγραφία ορίζεται ως η σχέση των ανθρώπινων ομάδων με τον γεωγραφικό περίγυρο, όπως αναφέρει ο Demangeon» (Derreau Max2004:σ.13)
Ο Freidrich Ratzel (1939:194-196) θέλοντας να δείξει τον τρόπο με τον οποίο το φυσικό περιβάλλον (μορφολογία, κλίμα) καθορίζει τα κίνητρα των ενεργειών του ανθρώπου καθώς και τις πληθυσμιακές μετακινήσεις, βρίσκει στον ορεινό χώρο το κατάλληλο πεδίο προκειμένου να αποδείξει τις απόψεις του, αφού σ’ αυτόν οι επιδράσεις της φύσης ασκούνται με την μεγαλύτερη ένταση. Όπως λέει ο ίδιος, η επίδραση του εδάφους καθορίζει τα ανθρώπινα πεπρωμένα.
Απ’ το Συνέδριο στα Φουρνά. Στο βήμα ο Γεώργιος Κ. Γιαννίτσαρης |
Ο μελετητής μπορεί να εντοπίσει θέσεις, που να ικανοποιούν τους όρους του φυσικού σχεδιασμού: φυσική οχύρωση, καλός προσανατολισμός, γειτνίαση υδάτινων πόρων, ισορροπημένη απόσταση ανάμεσα στις θερινές και χειμερινές κτηνοτροφικές ζώνες, μικρή απόσταση από τη γεωργική ζώνη, κομβική θέση στο οδικό δίκτυο της περιοχής, ισχυρές σχέσεις συγγένειας ή καλής γειτονίας στην περιοχή και άλλα.
Ο Βασίλης Νιτσιάκος λέει ότι «η σχέση των τοπικών κοινωνιών με το φυσικό περιβάλλον δεν διαμορφώνεται μόνο στη βάση ενός «διαλόγου», που αναπτύσσεται ανάμεσά τους, αλλά σε μεγάλο βαθμό καθορίζεται από το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται» (Νιτσιάκου Βασίλη2008:215).
Η πρωτεύουσα του τέως Δήμου Φουρνά
Ο οικισμός Φουρνά (1) βρίσκεται σε υψόμετρο 840 μέτρων, στη συμβολή τριών υδάτινων ροών: (ρέμα Αφωρεσμένα), απ’ τον όγκο της Βουλγάρας, ύψους 1.631 μ., (ρέμα Σερμετζέλη) απ τον όγκο του Τρίκορφου, ύψους 1.437 μ., (ρέμα Μπαρμπάτα), απ’ τα Λυκομνήματα, ύψους 1.515 μ.
Περί της προέλευσης της ονομασίας Φουρνά, ο Χαράλαμπος Χατζηθάνος στήριξε την προέλευση του ονόματος Φουρνά, γράφοντας, ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, στο πέρασμα εκείνο – όπου η θέση του οικισμού -, υπήρχε ένα μονάχα κτίσμα, φούρνος, που έψηνε ψωμί, για να εξυπηρετεί τους ταξιδιώτες που διέρχονταν απ΄ εκεί και εξ αυτού ονομάστηκε η τοποθεσία «στου φουρνά».
Το παντοπωλείον του Κων/νου Φλέγκα στο Κλειστό |
O Ιωάννης Νεράντζης στην εισήγησή του «εντοπισμένες αρχαιολογικές θέσεις, οικισμοί οχυρωμένοι και ανοχύρωτοι, στο νομό Ευρυτανίας σε αντιστοιχία με τα ονόματα σημερινών χωριών», στου Φουρνά αναφέρει τις θέσεις: «Αμόρια» ή «Μόρια» και τη θέση «Προφήτης Ηλίας» (Νεράντζη Ιωάννη2007:σ.62). Η κορφή Λυκομνήματα ή Προφήτης Ηλίας, ύψους 1.515 μ., δεσπόζει του χώρου, επικοινωνεί με τον όγκο της Βουλγάρας μέσω του αυχένα Ζαχαράκη και ελέγχει κάθε κίνηση από βόρεια και νότια, μέχρι το άλλο διάσελο, αυτό του Αγίου Νικολάου Τυμφρηστού.
Υδάτινες ροές, χαμηλό υψόμετρο, χειμερινές ανθρώπων κινήσεις και γύρω ορεινοί όγκοι, υψηλό υψόμετρο με τα περάσματά τους, καλοκαιρινές συνήθως επιλογές.
Με σημείο αναφοράς του Φουρνά, καταγράφονται οι ανθρώπινες κινήσεις προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ας τις δούμε πιο αναλυτικά:
Συναντηθήκαμε στο χωριό Κλειστό |
Εδώ πρωταγωνιστούν τα ορεινά, με τα υψηλά περάσματα, τα διάσελα, οι «δρόμοι των βουνών».
«Στην διαδρομή από τον Κλειτσό μέχρι το χωριό Νεράιδα, αυτή διέρχεται απ’ τις δυτικές πλαγιές του ορεινού όγκου της Βουλγάρας, ύψ. 1.654 μ. Το όνομά της οφείλεται στην πανωλεθρία που έπαθαν από τους ντόπιους κοντά στον οικισμό Κορίτσα οι Βούλγαροι του Σαμουήλ στα 996 μ.Χ., όταν νικημένοι στη Λαμία από τον βυζαντινό στρατηγό Νικηφόρο Ουρανό, προσπάθησαν να υποχωρήσουν και να απεγκλωβιστούν απ’ την περιοχή». (Σύγχρονη γεωγραφία – Άτλας της Ελλάδας, τ. Β΄, σ.618)
«..στην τοποθεσία (Τριφύλλια) είχε τα κονάκια του και ξεκαλοκαίριαζε τα πρόβατά του ο τσέλιγκας Γαλανός. Στο ίδιο μέρος λημέριαζε και ο Κατσαντώνης με τα παλικάρια του. Ο Γαλανός που ήταν πιστό όργανο του κοτζάμπαση Τσολάκογλου της Ρεντίνας, τροφοδοτούσε αναγκαστικά τον Κατσαντωναίϊκο ασκέρι, αλλά κρυφά ειδοποίησε τον δερβεναγά της περιοχής Ιλιάσμπεη». [Αγραφιώτη Ν. Γεωργίου2005: Σαρακατσιαναίοι κλεφταρματολοί και το δημοτικό τραγούδι, σ.35, Αθήνα]. «Απ’ τις αναρίθμητες παλικαριές του Κατσαντώνη καταθέτω μόνο τη νικηφόρο μάχη του στο στενό της Τριφύλλιας με τους 300 άντρες του ντερβέναγα, Ελιάζ – μπέη, τον οποίο σκότωσε με τα χέρια του. (Yemeniz σ. 34)». [Σπανδωνίδη Ειρήνη1939:Τραγούδια της Αγόριανης (Παρνασσού), σ.228, εκδ. Πυρσός Α.Ε., Αθήνα]
«..Ο Καραϊσκάκης με τα παλικάρια του, φτάνουν νύχτα στην Καστανιά Καρδίτσας και τραβάνε στο Κλειτζό (διερχόμενοι απ τον αυχένα Τριφύλλια) και περνάνε αντίκρυ στο μοναστήρι της Βράχας, θέση δυνατή σιμά στο Καρπενήσι. Ο Ράγκος κι οι Τούρκοι κινάνε από τρία μέρη ενάντια τους. Άλλοι από Ρεντίνα, άλλοι από Κλειτσό και άλλοι από Φουρνά». [Παπαδόπουλου Κων/νου2007:«Η τραγική πορεία του Καραϊσκάκη στην Ευρυτανία του 1824», σ. 288 στο Πρακτικά συνεδρίου: Η Ευρυτανία στις περιγραφές Ελλήνων και ξένων περιηγητών από την αρχαιότητα ως την εποχή μας, εκδ. ΕΥ.Κ.Ε.Σ.Ε.]
Κάτι απ’ την νεότερη ιστορία του τόπου μας. Η πορεία του αποσπάσματος του Δημοκρατικού Στρατού απ’ τα Άγραφα στον Γράμμο, με τον Χαρ. Φλωράκη, στα 1949 ξεκίνησε απ’ τη Βράχα, πέρασε τον ποταμό Μέγδοβα και συνέχισε το «δρόμο των βουνών». [Τριαντάφυλλου Α. Γεροζήση2004: Επίλεκτο απόσπασμα 1ης Μεραρχίας ΔΣΕ Φλωράκη-Μπελογιάννη-Παπαγεωργίου, Γράμμος-Άγραφα-Μουργκάνα, Αύγουστος-Σεπτέμβρης 1949, σ.88, εκδ. Σύγχρονη εποχή]
Και στα τελευταία του εμφυλίου «..το τμήμα του Παύλου Μπέικου, εκ Κλειτσού Ευρυτανίας προωθήθηκε στην περιοχή Κλειτσού – Βράχας. Τέλη Μαρτίου, 1950, μικρές ομάδες ανταρτών περιφέρονταν στα δάση της Βουλγάρας» [Ψημμένου Τάκη1985: Αντάρτες στ΄ Άγραφα (1946-1950), αναμνήσεις ενός αντάρτη, σ.415, 420, εκδ. Σύγχρονη εποχή, Αθήνα
Αγναντεύοντας την κορφή Τσούκα, ύψ. 1.321 μ. απ’ το Μοναστήρι του Σωτήρα μεριά |
Απ’ το Δήμο Φουρνά, προσέγγιζαν τη πρωτεύουσα της Ευρυτανίας, το Καρπενήσι, από δυο μεριές, κυκλώνοντας τον όγκο του Βελουχιού (Τυμφρηστού): Η μια κίνηση ακολουθούσε το ρέμα Σερμετζέλη, Βρωμόβρυση 1.300 μ., Τσούκα, 1.346 μ., Πετσαλούδα 1.363 μ., Άγιοι Απόστολοι, αυχένας Τυμφρηστού, Καρπενήσι και απ την άλλη μεριά και η άλλη, Χαμηλά απ’ τον Ταυρωπό, μέσω των χωριών Δομιανοί, Παυλόπουλο, Στένωμα, Άγιος Αθανάσιος, Καρπενήσι
Μια ακόμη κίνηση προς τα νότια. «Προπολεμικά, είχε γίνει μια μεγάλη προσπάθεια για τη δασική εκμετάλλευση του δάσους Φουρνά, με την ολοκλήρωση της δασικής οδού Μακρακώμης – Φουρνά και την ίδρυση εργοστασίου στη Μακρακώμη. Φυσικά η ολοκλήρωση ενός τέτοιου δρόμου επιλέχτηκε για να εξυπηρετήσει ευρύτερα τους κατοίκους των δήμων Κτημενίων και Δολόπων. Δυστυχώς η μη ολοκλήρωση συνέπεσε με την κήρυξη του πολέμου και οι αρχές κατοχής λήστεψαν την ξυλεία και εκμεταλλεύτηκαν το μοναδικό αυτό εργοστάσιο». (Γούλα Γεωργ. Δημοσθένη1946:74).
Ο ορεινός όγκος της Βουλγάρας διαθέτει βοσκήσιμες εκτάσεις, που «κρατούσαν» τους γηγενείς κτηνοτρόφους και βλάχους που ξεκαλοκαίριαζαν με τα κοπάδια τους. Συγκεκριμένα η κοινότητα Κλειτσού διατηρούσε αξιόλογη νομαδική και οικόσιτη κτηνοτροφία μέχρι τα πρόσφατα χρόνια. Πέρα απ’ τους γηγενείς Αγραφιώτες κτηνοτρόφους, στο Δήμο Φουρνά ανέβαιναν απ’ τα νότια και ανατολικά και οι μετακινούμενοι Σαρακατσαναίοι νομάδες, όπως, οι: Σπύρου Καλέ, Κατσαβριά Νίκου και αδελφών Λέντα, σύμφωνα με τις προπολεμικές καταγραφές της Αγγελικής Χατζημιχάλη. [Χατζημιχάλη Αγγελική1957: Σαρακατσάνοι, παράρτημα,. Στατιστικοί πίνακες, σ.30-32].
Στην μελέτη μας, καταγράψαμε τις κινήσεις των μετακινούμενων κτηνοτρόφων οι οποίοι απ’ την Λαμία, ακολουθώντας τη ροή του Σπερχειού ποταμού, διέρχονταν απ την Μακρακώμη – Βίτωλη – Ροβολιάρι – Ράχη Λυκομνήματα ή (Προφήτης Ηλίας) και έφταναν στη Βουλγάρα. Αργότερα, γι’ αυτή τη διαδρομή χρησιμοποιούσαν το τραίνο απ’ τη Λειβαδιά μέχρι τον Σ.Σ. Λιανοκλαδίου.
Η Ι. Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος του οικ. Βράχα |
Οι κινήσεις αυτές είχαν να κάνουν με το «όπως πάνε τα νερά» του Καμπύλου ή Μέγδοβα ποταμού. Ο διακεκριμένος Φουρνιώτης, Γιαννάκης Κωστάκης ή Κωστάρας «έχασε μία περιουσία καθώς και τα περισσότερα ζώα του. Όσες από τις αγελάδες του διασώθηκαν τις μετέφερε στο Μεσολόγγι για να χρησιμεύσουν στη διατροφή του ελληνικού στρατού στο Μακρυνόρος» (Παπακαρυά Κ. Δημ.1992:216)
Κάτι ακόμη, η Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρα Βράχας, ανεγέρθη το 1745 και στην εποχή της ακμής της η μονή χαρακτηριζόταν ως «κοινόν πανδοχείον». Στην μονή εύρισκαν φιλοξενία όχι μόνο διερχόμενοι αγωγιάτες και κάθε λογής επισκέπτες, αλλά και τρομεροί κλέφτες και ληστές από διάφορες περιοχές. Η μονή είχε σημαντική κτηνοτροφική περιουσία, [Γ.Α.Κ., φάκ. 194, έγγρ. 1-54], αλλά και κτήματα στο χωριό Βράχα και στο Μεσολόγγι, όπου ξεχείμαζαν τα κοπάδια της». [Γκιόλια Α. Μάρκου1999: Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεότερους χρόνους (1393-1821), σ. 405-6, εκδόσεις Πορεία, Αθήνα].
Στην δικαιοδοσία του Δήμου, εκτός των γηγενών κτηνοτρόφων, ο τόπος συντηρούσε και μεταβατική κτηνοτροφία. Οι μετακινούμενοι βλάχοι (Σαρακατσαναίοι), ξεχείμαζαν στο κάμπο του Μεσολογγίου και την Άνοιξη ανέβαιναν στα βοσκοτόπια του δήμου, ακολουθώντας τη ροή του ποταμού. Έτσι, π.χ. απ το μοναστήρι της Βράχας, οι άνθρωποι κατευθύνονταν παραποτάμια στις: Λογγιές (κάτω απ το χωριό Έλσιανη), στη γέφυρα Παπαδιάς, γεφύρι Βίνιανης, γέφυρα Ταυρωπού «Σίδηρα», (συμβολή ρέματος Καλεσμενιώτικου με Ταυρωπό) και άντε πιο κάτω ακολουθώντας το «μεγάλο ντερβένι». (Λουκόπουλου Δημητρίου1930:127).
Στα δυτικά, ο κάμπος του Μεσολογγίου, εκτός του χειμαδότοπου, είχε και το αλάτι, μονοπωλιακό είδος στην Ευρυτανία και οι κάτοικοι πηγαινοέρχονταν στον κάμπο για να το προμηθευτούν: Η τιμή του αλατιού – τους καλοκαιρινούς ιδιαίτερα μήνες, που έρχονταν οι βλάχοι στα βουνά τους – ανταλλάσσονταν «δύο αλάτι με μια οκά καλαμπόκι».
Εξωτερικές τοιχογραφίες στην πρόσοψη του Ι.Ν. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος |
Η διαχωριστική γραμμή, που αποτελούσε και την οριοθετική τότε γραμμή Ελλάδας-Τουρκίας, μετά το 1830, ξεκινούσε: απ’ το γεφύρι του Κοράκου επί του Αχελώου και έφτανε μέχρι την κορυφογραμμή Ίταμου – Καπροβούνι – Βουλγάρα – Ζαχαράκη. Η τοποθεσία Ζαχαράκη, με τον αυχένα της δημιουργεί οροπέδιο εκεί που σμίγουν και διαχωρίζονται οι νομοί, στα τρία σύνορα: Φθιώτιδας, Ευρυτανίας και Καρδίτσας. Πήρε το όνομά της απ’ την βρύση που έκτισε ο Κώστας Ζαχαράκης εκεί (πριν ονομάζονταν Κονιαρόβρυση).
«Γνωρίζουμε ότι οι ληστές του 19ου αιώνα συγκεντρώνονταν σε τόπους με ιδιαίτερα οικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά, όπου ασκούνταν συγκεκριμένες οικονομικές δραστηριότητες: είναι ο ορεινός όγκος της νομαδικής κτηνοτροφίας, των απομονωμένων οικισμών, των δυσπρόσιτων περιοχών, ο χώρος των «διαβάσεων». Τα βουνά είναι ο χώρος των ληστών, αλλά όπου υπάρχουν βουνά δεν υπάρχουν πάντα ληστές». [Κοταρίδη Γ. Νίκου1993: Παραδοσιακή επανάσταση και εικοσιένα, σ. 296, σειρά Θεωρία και κοινωνία, εκδ. Πλέθρον]
Ένα παράδειγμα, τον Μάιο του 1856, ο Ντρέλας με 25-30 συντρόφους αναφέρεται στο δήμο Κτημενίων (Φουρνά) στη στάνη του τσέλιγκα Ταμπαλέξη, από όπου πήρε τρόφιμα και δύο συγγενείς του τσέλιγκα αιχμαλώτους. Πληγώθηκε στο γόνατο και κρυβόταν με ένα σύντροφό του σε σπηλιά έξω από το χωριό Κλειτσού [ΓΑΚ, υπ. Εσωτ. Φ. 164, υπ. Εσωτ. Προς βασιλιά, 1 και 5 Ιουλίου, 5 Αυγ. και 27 Σεπτ. 1856].
«Μια στράτα, που τράβαγε κλεψιμέϊκα ήταν κι αυτή που πάει στη Θεσσαλία. Τάγερναν πίσω τη ράχη Όθρυ και σύρε να τα βρεις» (Λουκόπουλου Δημητρίου1930:209)
«..μετά το 1960, όπου οι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το τραίνο, φόρτωναν τα κοπάδια απ’ τον κάμπο της Κωπαϊδας και Θήβας, π.χ. Λειβαδιά και κατέβαιναν στην Καϊτσα (Σ.Σ. Αγγείων). Απ’ εκεί ανηφόριζαν δυτικά διερχόμενοι από τα χωριά: Κάτω Κτιμένη, Λουτρά Σμοκόβου, Βαθύλακκος, απ’ τα ανατολικά, ανέβαιναν για ξεκαλοκαιριό στα θερινά βοσκοτόπια των κορφάδων της Βουλγάρας (1.616 μ., 1.654 μ., 1.588 μ.)
Δροσιζόμαστε πριν αποχαιρετίσουμε το χ. Βράχα |
Με αφετηρία το οικιστικό τρίγωνο: Φουρνά – Κλειτσός – Βράχα (πρώην Δήμος Φουρνά), περπατήσαμε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ακολουθήσαμε τις κινήσεις ανθρώπων προς κάθε κατεύθυνση, που οι ανάγκες των χάραξαν και «δείξαμε» ότι του Φουρνά υπήρξε βασικά ένα «εσωτερικό», λόγω του ορεινού ανάγλυφου, σταυροδρόμι ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Οι άνθρωποι στην απομόνωσή τους κατάφεραν και «έκτισαν» τέτοια φυσικά και αρμονικά δεσμά με το φυσικό περιβάλλον, αλλά και αναμεταξύ τους λόγω του χώρου, που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου, γράφοντας την δική τους ξεχωριστή ιστορία. Έτσι ο πρώην δήμος Φουρνά, από κομβικό ανθρωπογεωγραφικό σημείο αναφοράς, αρχικά, αναδείχτηκε σ ένα σπουδαίο σταυροδρόμι πολιτισμικής κληρονομιάς» (Τάκη Ντάσιου, 21 Ιουλίου 2012).
Στο διάσελο της Αγίας ΄Αννης, τοποθεσία Τριφύλλια Κλειστού |
Αφήνουμε πίσω μας την πόλη της Λαμίας, ακολουθώντας τη διαδρομή για Καρπενήσι. Φτάνουμε στον ΄Αγιο Γεώργιο αφήνουμε τη δημοσιά και κάνουμε αριστερά για Παλαιόκαστρο. Περνάμε τοποθεσία Κατσαντώνη και στην Τρικοκιά συναντάμε τον άλλο δρόμο που έρχεται απ’ το διάσελο Ράχες Τυμφρηστού (εικόνα Παύλου Μπακογιάννη). Πέφτουμε στην κωμόπολη Φουρνά, όπου το Συνέδριο. Συμμετέχουμε και παρακολουθούμε τις εργασίες του Συνεδρίου. Την επόμενη μέρα ακολουθώντας το Μέγα ρεύμα φτάνουμε στον οικ. Κλειστό, όπου στην πλατεία του συνοικισμού Κορίτσα, συνεχίζονται οι εργασίες του. Τόπος του στρατηγού Κατσιμήτρου (αγώνες Καλπακίου Ηπείρου, 1940). Χορεύουμε και τον παραδοσιακό χορό «Κλειστό», στον τόπο του. Την επομένη επισκεπτόμαστε τον οικισμό Βράχα, όπου συνεχίζουμε και ολοκληρώνουμε τις εργασίες του Συνεδρίου. Μετά, επισκεπτόμαστε την Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρα, ένα αριστούργημα, το Μέγα ρέμα ή Αφωρισμένα και παρατηρούμε-μελετάμε τα βράχια της Τσούκας. Πρέπει να επιστρέψουμε κιόλας. Αποφασίζουμε να γυρίσουμε από οικισμό Κλειστό, να ψηλώσουμε στο διάσελο Τριφύλλια, όπου το Σπίτι Διαβάτη και η Βρύση Γεωργίου Καραϊσκάκη και να γείρουμε κατά το Σαραντάπορο. Με βαριά καρδιά, γιατί δεν θέλουμε να ξεμακρύνουμε απ’ τον τόπο, το κάνουμε… «Νάμαστε καλά να ξαναγυρίζουμε».
Τάκης Ντάσιος 22 Ιουλίου 2012
Παραπομπές
(1) Φουρνά (έως 1940 Φουρνάς) στις πλαγιές του όγκου Λυκομνήματα, 1.519 μ. Αν. Αγράφων δήμου Φουρνάς Νομού Ευρυτανίας. Στα 1928 είχε 1.508 κατοίκους, 1940 > 1.591, 1951 > 1.103, 1961 > 1.228, 1971 > 869, 1981 > 945, 1991 > 734, 2001 > 757.
Κλειστό και Κλειτσός (έως το 1995 Κορίτσα), υψ.920 μ. στις πλαγιές της Μάρτσας, 1867 μ. Δήμου Φουρνά, νομού Ευρυτανίας. Στα 1928 είχε 308 κατοίκους, 1940 > 1.248, 1951 > 864, 1961 > 223, 1971 > 185, 1981 > 194, 1991 > 152, 2001 > 171. Απέχει 55 χιλ. από το Καρπενήσι. Το Δ.Δ. Κλειστού αποτελείται από τους συνοικισμούς Πλάτανος, Μεσοχώρι, Μουσχιάδες, Κορίτσα
Βράχα, η, υψ.880 μ., στις πλαγιές του όγκου Λελούλη, 1.344 μ. Αν. Αγράφων, δήμου Φουρνά νομού Ευρυτανίας, Στα 1928 είχε 805 κατοίκους, 1940 > 857, 1951 > 629, 1961 > 560, 1971 > 339, 1981 > 233, 1991 > 169, 2001 > 230. Απέχει 49 χιλ. από το Καρπενήσι.
Ορεινοί όγκοι της περιοχής:
Βουλγάρα, 1.653 μ. (όρια νομών Καρδίτσας –Ευρυτανίας) «Μεγάλος ορεινός όγκος στη νότια πλευρά του Ν. Καρδίτσης και στη ΒΑ πλευρά του Ν. Ευρυτανίας. Αποτελεί τμήμα του οροσυμπλέγματος των Αγράφων και της Νότιας Πίνδου. Στα δυτικά χωρίζεται από το βουνό Κερασιά με τον αυχένα /διάβαση (1.340 μ.) στα Τριριγκαίϊκα, ενώ στα Α-ΒΑ εκτείνεται μέχρι το βουνό Αμάραντος, από το οποίο χωρίζεται με το διάσελο (830 μ.) της Αγίας Παρασκευής ή Μεγαλάκκας. Στα βόρεια χωρίζεται από το Καπροβούνι με αυχένα (1.020 μ.) και το ρέμα Πριόνι, ενώ στα νότια το ρέμα Αφωρισμένα το χωρίζουν από το ορεινό συγκρότημα Λυκομνήματα. Τα πετρώματά του είναι φλύσχης. Το βουνό είναι κατάφυτο από κέδρα, οξιές και έλατα. Η ψηλότερη κορφή είναι Βουλγάρα, 1.653 μ. Κάποιες άλλες ψηλές κορφές του, είναι: ΄Ανεμος, 1600 μ., Βουλγαρομνήματα, 1.586 μ., Κόρακας, 1.520 μ., Κουτρουλή ή Τάτση, 1.334 μ.Λέϊνα, 1.337 μ., Λεπενιώτη Βρύση ή Κεδρόσκαλα, 1.500 μ., Μεγάλη Ράχη 1.480 μ. -1.324 μ..Στα ΝΔ της κορυφής Τριαταρόγκια, ύψ. 870 μ. περίπου, δίπλα στο εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, υπάρχει ένα μικρό καταφγύγιο ανάγκης, πληροφορίες στο τηλ. 24430-61192. Ανάβαση στην κορυφή μπορεί να γίνει από κάποιο σημείο (1.300 μ.) του δρόμου Φουρνά ή Φουρνάς –Ρεντίνα σε 0400ω. ή από τον οικσιμό Βαθύλακκος (Λακρέσι) μέσω Αγίων Αποστόλων, όπου πηγαίνει ορεινός χωματόδρομος σε 0430ω. περίπου» (Νέζη Νίκου2010: 240) Κερασιά, 1.615 μ. «Ορεινός όγκος στη ΒΑ πλευρά του Ν. Ευρυτανίας στα όρια με το Ν. Καρδίτσης. Στα δυτικά χωρίζεται από το βουνό Μάρτσα με τον αυχένα /διάβαση (1.170 μ.) της Αγίας ΄Αννας στα Τριφύλλια και τα ρέματα Μουχτούρη και Τριφυλλιώτικο, ενώ στα ανατολικά χωρίζεται από το ορεινό συγκρότημα της Βουλγάρας με τον αυχένα /διάβαση (1.340 μ.) στα Τριριγκαίϊκα και τα ρέματα Καρυόρρεμα και Βουλγάρας. Στα βόρεια και νότια ορίζεται από τα ρέματα Σαρανταπόρου και Μέγα αντίστοιχα. Αποτελεί τμήμα του οροσυμπλέγματος των Αγράφων και της Νότιας Πίνδου. Τα πετρώματά του είναι φλύσχης. Η ψηλότερη κορυφή είναι η Κερασιά, 1.616 μ. ΄Αλλες ψηλές κορφές της, είναι: Γιδόσταλος, 1.440 μ., Μαλορράχη, 1.240 μ. -1.120 μ.
Λυκομνήματα,1519 μ. «Μεγάλο ορεινό συγκρότημα στη ΒΑ. πλευρά του Ν. Ευρυτανίας στο ΒΔ. άκρο του Νομού Φθιώτιδος και στη νότια πλευρά του Νομού Καρδίτσης. Από τον Τυμφρηστό (Βελούχι) χωρίζεται με τον αυχένα Κορομηλιές, 1.200 μ. Στα βόρεια χωρίζεται από το ορεινό συγκρότημα της Βουλγάρας με αυχένα στα 1.350 μ. και το ρέμα Αφωρισμένα Ανάβαση στην κορυφή Λυκομνήματα, 1.519 μ. – όπου πηγαίνει δρόμος – μπορεί να γίνει από τον αυχένα Ζαχαράκη, 1.330 μ. στα Ρέλια, απ όπου περνά ο δρόμος Φουρνάς – Ρεντίνα, σε 0300ω, περίπου» (Νέζη Νίκου2010:16)
Μάρτσα. 1.688 μ. (όρια νομών Καρδίτσας –Ευρυτανίας) «ορεινός όγκος στη ΒΑ. πλευρά του Νομού Ευρυτανίας και στη νότια πλευρά του νομού Καρδίτσης. Βρίσκεται ανάμεσα στο ρέμα Σαρανταπόρου στα βόρεια, ποταμό Ταυρωπό (Μέγδοβα) στα δυτικά και Μέγα (Φουρνιώτικο) ρέμα στα νότια. Στα ανατολικά χωρίζεται απ’ τον όγκο Κερασιά, με τον αυχένα, 1.170 μ. της Αγίας ‘Άννας στα Τριφύλλια. Στην Μάρτσα, ανήκει και η ψηλή κορφή Τσούκα ή Τσούμα, 1.361 μ. Τα πετρώματά του είναι φλύσχης και ασβεστόλιθοι. Στην κορυφή Τσούκα έχουν ανοιχθεί παλαιότερα (13-08-1965, 4/5-06-1987) δυο αναρριχητικές διαδρομές. Ανάβαση στην κορφή μπορεί να γίνει από το διάσελο της Αγίας ΄Αννας, 1.170 μ. όπου το λεγόμενο «σπίτι του Διαβάτη» και απ’ όπου περνά ο δρόμος Κλειστόν (Κορίτσα ή Κλειστός) – Νεράϊδα (Σπινάσα) σε 0300ω. περίπου» (Νέζη Νίκο2010:171)
Κόμπολος, (Κόμπιλο) 1.440 μ. «Ορεινός όγκος στη ΒΑ. πλευρά του νομού Ευρυτανίας ανατολικά του ποταμού Ταυρωπού (Μέγδοβα) και πάνω (ΝΔ) από τον οικισμό Βράχα. Από το βουνό Τρία Σύνορα στα ανατολικά χωρίζεται με τον αυχένα, 1.180 μ. της Τούρλας. Τα πετρώματά του είναι φλύσχης και λίγοι ασβεστόλιθοι. Υπάρχουν ψηλές κορφές, όπως Λελούλη ή Προφήτης Ηλίας 1.345 μ., Σπανός, 1.411 μ., Τούρλα, 1.268 μ. Ανάβαση στην κορυφή Κόμπολο, 1.440 μ. μπορεί να γίνει από κάποιο σημείο, 1.160 μ. του δρόμου Χόχλια (Κόχλια) – Βράχα σε 0200ω. περίπου». (Νέζη Νίκου2010:163)
Τρία Σύνορα, 1.384 μ. Ορεινός ομαλός όγκος ανάμεσα στους οικισμούς: Χόχλια, Φουρνάς και Βράχα, όπου ορεινοί δρόμοι το διασχίζουν. Ορίζεται από τις υδάτινες ροές Γιαπούλου ρέμα και Αφωρισμένα. Η ψηλή κορφή Τρία Σύνορα, 1.384 μ. βρίσκεται ανάμεσα στις τοποθεσίες Πλατάνια και Καραστεργίου βρύση. «Τα Πετράλωνα είναι ωραίος και μαζεμένος οικισμός, κάτω από την κορφή Κόκκαλα, ύψους 1.439 μ.. Το επόμενο χωριό είναι Χόχλια, όμορφο, με πέτρινα σπίτια. Στο ύψωμα, από πάνω αναμεταδότης (πρόχειρος, μικρός). Μετά το χωριό ο δρόμος ψηλώνει και κρατιέται σε υψ. 1.000 μέτρων. Πάνω στον δρόμο, σπίτι, παράγκα, τοποθεσία Πλατάνια. Αριστερά άπλα και τα Αναγνωσταίϊκα καλύβια, ενώ στα δεξιά πινακίδα που σηματοδοτεί ένδειξη για Λαμία – αλλά δρόμος μάλλον διαβατός τους θερινούς μήνες. Στο διάσελο εικονοστάσι, Σταυρός Βράχας.. Αριστερά πέτρινη βρύση, τοποθεσία Στεφανίδια. Κατηφορίζουμε, όπου ευθεία, οδηγούμεθα στο χωριό Βράχα, αλλά ο δρόμος είναι κλειστός από πεσμένο κορμό δένδρου! Αδιέξοδο.. [εάν μπορούσαμε να συνεχίσουμε ευθεία, σε 1,8 χιλ. στις πλαγιές του δασωμένου όγκου Λελούλη, ύψ. 1344 μ. θα φτάναμε στο χωριό Βράχα]. Αποφασίζουμε, δεν έχουμε και πολλές επιλογές, στρίβουμε δεξιά και αφήνουμε το εικονοστάσι Άγιοι Πάντες. Γυρίζουμε στην τοποθεσία Στεφανίδια να κάνουμε δεξιά μέσω των βρυσών: Αρκουδόβρυση και Καραστεργίου διασχίζουμε το ορεινό – δασικό ανάπτυγμα των Τριών Συνόρων, ύψ. 1.384 μ., για να πέσουμε στην συνέχεια στο ρέμα Γιαπούλου. Μετά περνάμε το ρέμα Σερμετζέλη και μπαίνουμε στου Φουρνά, σωθήκαμε!.. Αυτά μπόρεσαν και έγιναν επειδή έχουμε LAND ROVER και οι δασικοί χωμάτινοι δρόμοι δεν είχαν προλάβει να μας αποκλείσουν, από χιόνια – όπως αυτός για τη Βράχα, από τον πεσμένο κορμό – ήμασταν προς στιγμή τυχεροί, γιατί την ίδια βραδιά τα χιόνια μας απέκλεισαν στο Σπίτι του Διαβάτη! (Από μια παλιά περιγραφή μου, 25 Νοεμβρίου 1988).
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Μπέϊκου Γεωργούλα1979: Η λαϊκή εξουσία στην ελεύθερη Ελλάδα, β΄ έκδοση, τόμοι Α΄και Β΄, εκδ. Θεμέλιο
- Χατζηθάνου Χαράλαμπου: Ιστορία Φουρνά Ευρυτανίας
- Ντάσιου Τάκη1999:Στ΄ ΄Αγραφα, εκδ. Μίλητος
- Περιηγητικός & πεζοπορικός χάρτης2009: Ευρυτανικά βουνά, κλίμακας 1:50.000 Central Greece, Topo 50, 2.4/2.5, εκδ. anavasi
- Νέζη Νίκου2010: Τα Ελληνικά βουνά, γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 2, Ηπειρωτική Ελλάδα Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, ΄Ηπειρος, Μακεδονία, Θράκη, εκδ. Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης – Κληροδότημα Αθ. Λευκαδίτη.
- Σταματελάτου Μιχαήλ, Βάμβα Σταματελάτου Φωτεινή2012: «Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας», για αυτή την έκδοση, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ
- Μπουρδάρα Κέλλυ2012: «Η πολιτισμική προσφορά της περιοχής Φουρνά, Κλειτσού και Βράχας διαχρονικά», στο Ιστορία & πολιτισμός Δημοτικής ενότητας Φουρνά Ευρυτανίας, τόμος Α΄ σ.41-48, Πρακτικά Συνεδρίου
- Ντζιώρα Β. Ηλία2012: «Οι εκ Φουρνά Διδάσκαλοι του Γένους, οι διδάξαντες Μαθηματικά και Φυσικές επιστήμες στις Σχολές των Αγράφων και εκτός αυτών, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Τόμος Α΄ σ.49—80, Πρακτικά Συνεδρίου
- Μουμπουρή Α. Ηλία2012: Το αρματολίκι των Αγράφων και ο Κώστας Λεπενιώτης -200 χρόνια από τη δολοφονία του στο Φουρνά»
- Σιαξαμπάνη Σταύρου Ελένη2012: «Τα μεταβυζαντινά και νεότερα μνημεία στη Δημοτική ΄Ενότητα Φουρνά»
- Πανευρυτανική ΄Ενωση2013:«Ιστορία & πολιτισμός Δημοτικής ενότητας Φουρνά Ευρυτανίας, τόμοι Α΄, και Β΄ Πρακτικά Συνεδρίου Φουρνάς, Κλειτσός, Βράχα 20-22 Ιουλίου 2012, Αθήνα
- Προβόπουλου Γ. Ηλία2014: Ελεύθεροι στα δεσμά των Αγράφων, πώς μετά τη φοβερή δεκαετία του ΄40 οι άνθρωποι στη Νεράϊδα (Δολόπων) Καρδίτσας κατάφεραν και ανέστησαν το χωριό τους, σειρά: Μικρές Πατρίδες, εκδ. Παρουσία
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου