Ο παράς, με στυλ και στόμφο όπως το λέμε το παραδάκι. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται για τα χρήματα και έχει ρίζες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Προέρχεται από την τουρκική λέξη «para», η οποία με τη σειρά της έχει περσική προέλευση και σημαίνει «τεμάχιο».
Αρχικά, ο παράς ήταν μονάδα νομίσματος στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και αργότερα χρησιμοποιήθηκε σε χώρες όπως η Τουρκία, το Μαυροβούνιο, η Αλβανία και η Γιουγκοσλαβία. Σήμερα αποτελεί υποδιαίρεση του σερβικού δηναρίου, αν και σπάνια χρησιμοποιείται.
Στην καθομιλουμένη, η λέξη «παράς» ή στον πληθυντικό «παράδες» απέκτησε ευρύτερη σημασία και χρησιμοποιείται σε διάφορες βαλκανικές γλώσσες, όπως η αλβανική, η βουλγαρική, η σερβική και φυσικά η ελληνική, ως γενικός όρος για τα χρήματα.
Ιστορικά, ως νόμισμα, ο παράς αντιστοιχούσε στο 1/40 ενός γροσιού (κουρού), ενώ τρεις παράδες ισοδυναμούσαν με έναν ακτσέ. Στη σύγχρονη Τουρκία, η λίρα διαιρείται πλέον μόνο σε κουρούς. Στη Σερβία, ο παράς αποτελεί υποδιαίρεση του δηναρίου ήδη από τον 19ο αιώνα. Το Μαυροβούνιο είχε το δικό του νόμισμα, το πέρπερ, που υποδιαιρούνταν σε 100 παράδες μεταξύ 1906 και 1918. Στην Αλβανία, χρησιμοποιήθηκε πριν από την καθιέρωση του λεκ το 1926.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου